Οι τρεις βαθμοί της ιεροσύνης
Οι τρεις βαθμοί της ιεροσύνης
0
Η ιεροσύνη είναι το μυστήριο της εκκλησίας το οποίο παρέχει την χαρισματική εξουσία που κατευθύνει ή συντονίζει όλες τις υπόλοιπες χαρισματικές εκδηλώσεις της Εκκλησίας. Θέτει σε λειτουργία όλα τα υπόλοιπα μυστήρια και ανακαινίζει τον άνθρωπο. Οι βαθμοί της ιεροσύνης είναι τρεις: διάκονος, ιερέας και επίσκοπος.
Αυτή η χαρισματική εξουσία μεταβιβάζεται μέσω της αδιάκοπης Αποστολικής διαδοχής και καθιστά τους επισκόπους ή τους πρεσβυτέρους τα απαραίτητα όργανα δια των οποίων ο μέγας αρχιερεύς Ιησούς Χριστός επιτελεί τα Ιερά Μυστήρια. Είναι Εκείνος που τέλεσε την ύψιστη θυσία λατρείας προς το Θεό: τη θυσία της πάναγνης, πεντακάθαρης και αθώας ζωής Του.
Οι βαθμοί της ιεροσύνης είναι τρεις.
1. Του Διακόνου, ο οποίος διακονεί τον Ιερέα και τον Επίσκοπο στην τέλεση των μυστηρίων. Δεν τελεί κανένα μυστήριο μόνος του και η χειροτονία του τελείται από κανονικό επίσκοπο μετά από τον καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων (μετά την εκφώνηση: Και έσται τα ελέη του μεγάλου Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού..) ακριβώς για να είναι έτοιμος να διακονήσει κατά τη μετάδοση των Αχράντων Μυστηρίων.
2. Του Ιερέως, ο οποίος τελεί όλα τα μυστήρια εκτός της Ιεροσύνης, επ΄ ονόματι του επισκόπου. Η χειροτονία του τελείται από κανονικό επίσκοπο μετά το τέλος του Χερουβικού Ύμνου (πριν την είσοδο των Τιμίων Δώρων) ώστε να λάβει μέρος στην τέλεση του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας το οποίο έκτοτε θα τελεί μόνος του και θα αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο του ποιμαντικού και αγιαστικού έργου του.
3. Του επισκόπου. Ο επίσκοπος είναι στην Εκκλησία «εις τύπον και τόπον Χριστού». Είναι η εικόνα του Χριστού μέσα στην εκκλησία. Έχει τη μεγάλη ευθύνη να ποιμάνει την Εκκλησία διαφυλάσσοντας την ενότητα της πίστεως. Χειροτονείται από τουλάχιστον δύο ή τρεις κανονικούς επισκόπους αμέσως μετά τον Τρισάγιο Ύμνο (πριν από την ανάγνωση του Αποστόλου και του Ευαγγελίου επειδή έχει καθήκον τη διδασκαλία και τη τέλεση των μυστηρίων). Είναι ο μόνος ιερουργός του μυστηρίου της Ιεροσύνης και διαβιβάζει την αποστολική διαδοχή σε κάθε ένα που χειροτονεί.
Είναι άξιο προσοχής ότι ο επίσκοπος γνωρίζει ότι ενεργεί και πράττει ως υπηρέτης του Μεγάλου Αρχιερέως και γι αυτό κατά την χειροτονία του διακόνου εύχεται με τα εξής λόγια: «..ου γαρ εν τη επιθέσει των εμών χειρών, αλλ’ εν τη επισκοπή των πλουσίων σου οικτιρμών δίδοται η χάρις τοις αξίοις σου..».
Το χάρισμα της ιεροσύνης δόθηκε πρώτα στους αποστόλους (τους μαθητές του Χριστού), την ημέρα της Πεντηκοστής, δηλαδή δέκα μέρες μετά την ανάληψη του Χριστού, όταν εκείνοι έλαβαν την «επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος», όπως βλέπουμε στο βιβλίο Πράξεις των Αποστόλων, που βρίσκεται μέσα στην Καινή Διαθήκη, μετά τα Ευαγγέλια. Οι απόστολοι, πηγαίνοντας σε πολλούς τόπους, χειροτονούσαν επισκόπους, δηλαδή πνευματικούς πατέρες και οδηγούς των χριστιανών κάθε περιοχής, κι έτσι, από γενιά σε γενιά, έφτασε ώς εμάς (γι’ αυτό, ένας επίσκοπος, για να είναι γνήσιος, πρέπει να έχει «αποστολική διαδοχή», δηλαδή να μπορούμε να βρούμε προς τα πίσω τη σειρά εκείνων που τον χειροτόνησαν, μέχρι τους αποστόλους).
«Πατριάρχης», «αρχιεπίσκοπος» και «μητροπολίτης» δεν είναι ανώτεροι βαθμοί ιεροσύνης, αλλά τίτλοι επισκόπων που βρίσκονται σε συγκεκριμένες πόλεις και είναι φορτωμένοι με αυξημένες ευθύνες απέναντι στον ορθόδοξο λαό, ανάλογα με την πόλη στην οποία βρίσκονται και την περιοχή που έχουν υπό την ευθύνη τους. Συνεπώς, πατριάρχες, αρχιεπίσκοποι και μητροπολίτες είναι ίσοι μεταξύ τους: είναι όλοι επίσκοποι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου